Χαφιεδισμός στους Έλληνες μετανάστες προδικτατορικά

Είναι γνωστές οι απεριόριστες δυνατότητες παρακολούθησης του κάθε πολίτη με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας όπου: «ο κόσμος περνάει μια επανάσταση στον τομέα των κατασκοπευτικών τεχνολογιών». Τις δυνατότητες αυτές που προκαλούν τρόμο σε κάθε ελεύθερα σκεπτόμενο πολίτη, θα ζηλεύουν, ασφαλώς, οι προδικτατορικοί χαφιέδες και τα αφεντικά τους. (Το άρθρο γράφτηκε πριν ο Μητσοτάκης γίνει γνωστός, και, σαν εθνικός ωτακουστής).

Η πλούσια δράση της προ-χουντικής ΚΥΠ εκτός Ελλάδας, δεν βασίζονταν σε αυτοσχεδιασμούς αλλά σε καθορισμένα σχέδια εκπονημένα με βάση τις εμπειρίες που απέκτησε η ΚΥΠ κατά τη μακρόχρονη λειτουργία της προκατόχου της Υπηρεσίας Ασφάλειας1, η οποία καταπατούσε θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα κυνηγώντας τους κομμουνιστές από τις αρχές του 1920. Η κατασταλτική πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων ενάντια στο επαναστατικό κοινωνικό κίνημα στη δεκαετία του 1920, αναδεικνύει την παγίωση μιας κρατικής αντίληψης, όπου οι λαϊκές κινητοποιήσεις αποτελούσαν για την απολυταρχική εξουσία εθνική και κοινωνική απειλή.
   Οι αρνητικές, οι καταστροφικές επιπτώσεις για την κοινωνία της πολιτικής αυτής ικανοποιούσαν τους μισαλλόδοξους μέτριους πολιτικούς που επέβαλλαν μια κουλτούρα μίσους στα παιδιά από τα σχολικά ακόμα χρόνια. Η πολιτική αυτή που έβαζε στο στόχαστρο και κατέτρεχε Έλληνες και φιλέλληνες, ανάγκασε τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο –γνωστό κοινωνιολόγο-φιλόσοφο και ηγετικό στέλεχος της Δεξιάς– να αναφωνήσει: «.... Δεν σώζεται ο τόπος –ούτε αντιμετωπίζεται ο κίνδυνος που απειλεί την Ελλάδα από τον κομμουνισμόν– με τα μέσα αυτά. Χαλασμένες συνειδήσεις δεν στηρίζουν καθεστώτα, δεν σώζουν έθνη, δεν ανορθώνουν κράτη». (Ιστορικά Δοκίμια, Εστία, σελ. 82).

Έλληνες μετανάστες, –πράκτορες στη Σουηδία.

Προξενεία –προδικτατορικά.

Η παρακολούθηση Ελλήνων μεταναστών, η καταγραφή των προσωπικών τους δεδομένων και η γνωστοποίησή τους σε αστυνομικές υπηρεσίες στην Ελλάδα, την πρεσβεία και τα ελληνικά προξενεία στη Σουηδία υπήρξε κεντρική δραστηριότητα των προδικτατορικών ελληνικών κυβερνήσεων και δεν γνωρίζουμε αν, και πότε, έληξε. Πιέσεις, απειλές και εκβιασμοί (για τους ίδιους και τις οικογένειές τους) επηρέασαν τη στάση πολλών μεταναστών. Ότι ήταν αυτονόητο για κράτη που λειτουργούσαν οι θεσμοί και εφαρμόζονταν οι νόμοι, δεν ίσχυαν για την Ελλάδα. Γιατί, ενώ τα προξενεία είχαν προορισμό να εξυπηρετούν τους υπηκόους του ίδιου του κράτους και τους υπηκόους άλλων κρατών που επιθυμούσαν να έρθουν σε επαφή με την χώρα του προξενείου ήταν αυτονόητα για κάθε δημοκρατική χώρα, τα ελληνικά προξενεία ήταν επιφορτισμένα και με άλλου είδους λειτουργίες. Είχαν μετατραπεί σε κέντρα τρομοκράτησης και παρακολούθησης των Ελλήνων μεταναστών, εργατών και φοιτητών σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Ήταν κέντρα παρακολούθησης των εκδηλώσεων των μεταναστών, και ενδιαφέρονταν για τον έλεγχο των πολιτικών τους φρονημάτων. Για την κάλυψη των εξόδων τους, επέβαλλαν (και συνεχίζουν να επιβάλλουν) υπέρογκα προξενικά τέλη. Και ενώ οι μετανάστες διαμαρτύρονταν για τον χαφιεδισμό και την τρομοκρατία, όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις κώφευαν σε συγκεκριμένες καταγγελίες, αφού και εκ μέρους του Γεωργίου Παπανδρέου ήταν ανεκτή «μιας μικράς δόσεως τρομοκρατίας» κατά της Αριστεράς.

Πάγια αιτήματα των μεταναστών ήταν:

  • H κατάργηση κρυφών και φανερών πρακτόρων της ΚΥΠ που δρούσαν σε πρεσβείες και προξενεία.
  • Να πάψει η παρακολούθηση και η τρομοκράτηση των μεταναστών.
  • Ο χαφιεδισμός, να αντικατασταθεί από πνεύμα κατανόησης και στοργής για τους ξενιτεμένους Έλληνες.
  • Να μειωθούν τα προξενικά τέλη.
  • Να εκπληρώνουν τα προξενεία τον προορισμό τους. την εξυπηρέτηση των μεταναστών.

Το πολιτικό κλίμα της Ελλάδας, όμως, που κυριαρχούνταν από την ξενοκίνητη και αντιλαϊκή δεξιά, την διμέτωπη πολιτική του Γ. Παπανδρέου, την πολιτεία των αυλόδουλων κυβερνήσεων των αποστατών –το σύνθημα «Μητσοτάκη κάθαρμα» ηχούσε στους δρόμους της Αθήνας από Κρητικούς διαδηλωτές που με γεμάτα πλοία μεταφέρονταν στον Πειραιά– σκότωσαν τις ελπίδες και έπνιξαν τους πόθους των μεταναστών για την πραγματοποίηση των δίκαιων αυτών αιτημάτων τους.

Οι πρώτες κρατήσεις διαβατηρίων.

Οι καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα το1966, σημάδεψαν την οικογένεια του Έλληνα μετανάστη Κωνσταντινίδη στη Ν. Σουηδία. Ύστερα από ένα κοπιαστικό 3ήμερο ταξίδι με τραίνο έφτασε στη Θεσσαλονίκη με τα τρία ταλαιπωρημένα παιδάκια του. Μόλις έφτασαν στο χωριό, οι παππούδες και οι γιαγιάδες «είδαν το φως τους». Αγκάλιασαν, φρόντισαν τα εγγόνια τους, τους μετέφεραν συναισθηματική κληρονομιά. Τα εγγόνια έζησαν ξεχωριστές στιγμές στο χωριό στις πρώτες τους διακοπές. Ο ήλιος χαμογελούσε καθημερινά. δεν περπατούσαν σε πεζοδρόμια σκεπασμένα με πάγο. Δεν έπαιζαν σε παγωμένες λίμνες αλλά στα σοκάκια και στις αλάνες του χωριού στην κάψα του καλοκαιριού. Τα γόνατά τους μάτωναν από τα πεσίματα και πονούσαν, αλλά αυτά γελούσαν. Τα τζιτζίκια την ημέρα, και τα τριζόνια το βράδυ βομβάρδιζαν τα αυτάκια τους με ξεχωριστούς ήχους. Γεύτηκαν τους νόστιμους καρπούς από δένδρα και μποστάνια. Τα φρούτα και τα πεπόνια μοσχοβολούσαν, τότε. Είναι πολύ τυχεροί αυτοί που γεύτηκαν τέτοιες νοστιμιές.  
Το όνειρο τελείωσε γρήγορα. Την μελαγχολία της επιστροφής στην καθημερινότητα στη Σουηδία, όπου με λαχτάρα τα περίμενε η μάνα τους (παρέμεινε στη Σουηδία, γιατί τα οικονομικά της οικογένειας δεν επέτρεψαν να ταξιδεύσει και αυτή στην Ελλάδα) σκέπασε η απαγόρευση εξόδου από την Ελλάδα του πατέρα τους. Είχε εκφραστεί, λέει, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες από ευυπόληπτα άτομα (άτομα δηλαδή με χαλασμένες, αρρωστημένες συνειδήσεις, κοινώς χαφιέδες) άσχημα για τις κυβερνήσεις των αποστατών.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η ενέργεια αυτή της κυβέρνησης των αποστατών, στην οποία υπουργός Συντονισμού ήταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, συνέβαλε να μπουν, προδικτατορικά, γερά θεμέλια συνεργασίας για κοινούς στόχους ανάμεσα στους Έλληνες μετανάστες στη Σουηδία. και λίγους μήνες αργότερα, στα δίσεκτα χρόνια της χούντας που ακολούθησαν, την μαζικοποίηση συλλόγων και αντιδικτατορικών επιτροπών σε υπερκομματική βάση. Παράλληλα με την κινητοποίηση2 για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, αιτήματα, όπως π.χ. πληροφόρηση των Ελλήνων μεταναστών στη γλώσσα τους, πρωτοδιατυπώθηκαν στην περίοδο της Χούντας.

«Τύχη αγαθή» για τους Έλληνες μετανάστες στη Σουηδία, βρίσκονταν ανάμεσά τους ο Μπάμπης Καλαντζής με μυστική κομματική αποστολή3. Θα συναντιόταν με τoν Γραμματέα της Κ.Ε του ΚΚΕ Kώστα Κολιγιάννη και, μέχρι την συνάντηση, για να βιοπορίζεται εργάζονταν σαν εργάτης σε βιομηχανία μετάλλου, γι’ αυτό και όλοι νόμιζαν ότι είναι οικονομικός μετανάστης. Κανένας δεν γνώριζε ότι ήταν μέλος της Κ.Ε. του παράνομου τότε ΚΚΕ, και ελάχιστοι ότι εκπροσωπούσε το ΚΚΕ στη Σκανδιναβία. Όσοι τον συναναστράφηκαν, διαπίστωσαν ότι δεν ήταν καυχησιάρης, δεν παπαγάλιζε, δεν είχε γανωμένο κεφάλι, και δεν πρόβαλλε το επίθετό του για να επιβληθεί ή να καθιερωθεί. Όσοι τον γνώρισαν, συνδιαλλέχτηκαν με ένα άνθρωπο με κριτική σκέψη, άνθρωπο της δράσης, που συνέδεε τις γνώσεις με την καθημερινή και πολύπλευρη δουλειά. Δεν προβλήθηκε σαν γόνος πολιτικής οικογένειας, ούτε ήταν κολλητός κάποιου ”μεγάλου”. Ήταν παιδί της Αριστεράς. Και σαν τέτοιο, είχε το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς απέναντι σε αστούς πολιτικούς που βρέθηκαν στη Σουηδία. Ηθικό πλεονέκτημα που κερδήθηκε στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας στην περίοδο της Κατοχής όταν «πάμπολλοι προβεβλημένοι της Δεξιάς συνεργάστηκαν με τον Γερμανό κατακτητή και πολλοί περισσότεροι, ως ριψάσπιδες, εγκατέλειψαν τη χώρα και το λαό στην πείνα και στο θάνατο». Ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, που κερδήθηκε στους δημοκρατικούς αγώνες του 1-1-44, στις πορείες ειρήνης, στους σκληρούς διεκδικητικούς αγώνες για το δίκαιο του εργάτη κ.α. .

   Ο Μ. Καλαντζής κατάλαβε αμέσως, ότι για να πάψει η δίωξη του Κωνσταντινίδη από τις κυβερνήσεις των αποστατών και να επανενωθεί με την οικογένειά του, επιβάλλονταν ενέργειες στηριγμένες σε πολύ γερά θεμέλια.

  • Να γίνει υπόθεσή του, υπόθεση του κάθε Έλληνα μετανάστη στη Σουηδία.
  • Να κινητοποιηθούν τα σουηδικά συνδικάτα για την ανήκουστη αυτή ενέργεια της Ελληνικής Κυβέρνησης. ενέργεια ακατανόητη για τον Σουηδό πολίτη.
  • Να δοθεί πλατιά δημοσιότητα στα σουηδικά ΜΜΕ.
  • Να γίνουν ενημερωτικές επαφές με τη Σουηδική Κυβέρνηση προκειμένου να ασκηθούν πιέσεις στην αντίστοιχη Ελληνική.

Ο Κωνσταντινίδης, δεν ήταν ο μοναδικός μετανάστης που του στέρησαν το διαβατήριο. Ακόμη 362 Έλληνες από διάφορες χώρες της Δ. Ευρώπης –κύρια από τη Δ. Γερμανία– κρατούνταν στην Ελλάδα και δεν μπορούσαν να ενωθούν με τις οικογένειές τους. Στη Σουηδία οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο που εργάζονταν, άνοιξαν τραπεζιτικό λογαριασμό στο όνομα της γυναίκας του, προκειμένου να μπορέσει η γυναίκα του να ζήσει τα τρία παιδιά της.

Την Δευτέρα στις 12 Σεπτέμβρη 1966 παρόλο που έβρεχε πολύ, οι κάτοικοι της Στοκχόλμης είδαν μια ασυνήθιστη εκδήλωση διαμαρτυρίας από μαυροκέφαλους. μια διαμαρτυρία που δεν είχε σκοπό την συμπαράσταση στον αγωνιζόμενο λαό του Βιετνάμ ενάντια στους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Έβλεπαν περίπου 1000 άτομα που κρατώντας πανό και πλακάτ πορεύονταν από το Folket Hus προς την Ελληνική Πρεσβεία της Στοκχόλμης φωνάζοντας συνθήματα σε μια ακαταλαβίστικη γλώσσα για δημοκρατία, ελευθερία, και 1-1-4. Ήταν εκδήλωση συμπαράστασης για τον Κωνσταντινίδη, γιατί του αφαιρέθηκε το διαβατήριό του στην Ελλάδα και δεν μπορούσε να επιστρέψει στη Σουηδία. Αρκετοί Έλληνες ήρθαν από τη Νότια Σουηδία να διαμαρτυρηθούν για την αστυνόμευση, παρακολούθηση, και εκβιασμό των Ελλήνων μεταναστών. Αρκετές ήταν και οι απειλές που ασκήθηκαν από έμμισθους πράκτορες του προξενείου τόσο στην Όλγα, την γυναίκα του Κωνσταντινίδη, όσο και σε άλλους Έλληνες για να μην συμμετάσχουν στην εκδήλωση διαμαρτυρίας, γιατί «η ζωή τους θα γίνει κόλαση και θα το πληρώσουν πολύ ακριβά στο μέλλον».

   Η διαδήλωση συγκίνησε ολόκληρη την Σουηδία. Η μητέρα των παιδιών έφτασε μέχρι και τον βασιλιά της Σουηδίας. Ο Τύπος, διάφορες οργανώσεις, η τηλεόραση μαζί με τον σουηδικό λαό και τους μετανάστες ανάγκασαν την αντιδραστική κυβέρνηση των εξωμοτών να επιστρέψει τα διαβατήρια, πρώτα των παιδιών και λίγους μήνες αργότερα και του ίδιου.

Την Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 1966, σε παρόμοια εκδήλωση συγκεντρώθηκαν λιγότεροι. Οι απειλές και οι εκβιασμοί λειτούργησαν. Βρήκαν την πόρτα της πρεσβείας κλειστή. δεν άνοιγαν για να παραλάβουν το ψήφισμα διαμαρτυρίας. Η γυναίκα, τα τρία μικρά παιδιά του Κωνσταντινίδη, και ο Μπάμπης Καλαντζής –ο οποίος οργάνωνε και συντόνιζε τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας5–ξενύχτησαν στα σκαλιά περιμένοντας τον ερχομό του πρεσβευτή. «Εδώ είναι ελληνικό έδαφος», είπε στους αστυνομικούς που προσπάθησαν να τους απομακρύνουν, «και θα καθίσουμε μέχρι να έρθει ο πρεσβευτής». Οι αστυνομικοί περίμεναν εχθρικό κλίμα απέναντί τους, και εκπλαγήκανε όταν ο εξάχρονος γιός της Όλγας μοίρασε καραμέλες χωρίς διακρίσεις σε όλους.

Με πρόταση του Μπάμπη Καλαντζή μια επιτροπή ζήτησε και συναντήθηκε με τον Υπουργό επί των Εξωτερικών της Σουηδίας Torsten Nilsson

Kalatzis 5
Η Όλγα, τα τρία μικρά παιδιά της και ο Μπάμπης Καλαντζής στα σκαλιά της πρεσβείας. Φωτο Dagens Nyheter, 18 Δεκέμβρη 1966.

Η επιτροπή, τόνισε στον υπουργό ότι πράκτορες της ελληνικής κυβέρνησης τρομοκρατούσαν και κατέγραφαν, όποιον είχε διαφορετικές απόψεις από αυτές της ελληνικής κυβέρνησης. Όχι μόνο οι κομμουνιστές, αλλά και σοσιαλδημοκράτες, ακόμα και φιλελεύθεροι θεωρούνταν εχθροί και επικίνδυνοι για τη χώρα. Υπογράμμισαν ακόμη  ότι η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε πολύ περισσότερο από την φασιστική κυβέρνηση της Ισπανίας στον έλεγχο πολιτικών απόψεων μεταξύ των μεταναστών. «Οι Έλληνες που εργάζονται στη Σουηδία, και έχουν εκφρασθεί με "ακατάλληλες" εκφράσεις και πολιτικές απόψεις διαφορετικές από αυτές των ελληνικών κυβερνήσεων, πρέπει να αποφεύγουν να επισκέπτονται την πατρίδα τους, εάν δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν απαγόρευση εξόδου από την Ελλάδα, και να αναγκαστούν να ζήσουν χωριστά από τα μέλη των οικογενειών τους που παρέμειναν στη Σουηδία».

Αυτή, ήταν περίπου η απάντηση που έδωσε ο σουηδός υπουργός των εξωτερικών Torsten Nilsson, στην πενταμελή επιτροπή που τον συνάντησε την Τρίτη 7 Φλεβάρη 1967. Αφορμή για την συνάντηση ήταν η απαγόρευση εξόδου από την Ελλάδα του  Έλληνα μετανάστη, Κωνσταντινίδη, που εργάζονταν σε εργοστάσιο ξυλείας στο Skillingaryd της νότιας Σουηδία, και, τον προηγούμενο χρόνο, τον Ιούλη του ’66 είχε επισκεφθεί την πατρίδα του.

Η περίπτωση ήταν ιδιάζουσα για τη Σουηδία, όπου η ελευθερία σκέψης και έκφρασης ίσχυε από την εποχή του Λούθηρου και του Καλβίνου. Ο Υπουργός ενημέρωσε, επίσης, την επιτροπή ότι: «η Ελλάδα δεν είχε υπογράψει την συνθήκη των Η.Ε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, άρθρο 13 παράγραφο 2 που ο πολίτης έχει το δικαίωμα να επιστρέψει στην χώρα διαμονής του», γι’ αυτό δεν μπορούσε να επέμβει.  

Η πολιτική των κυβερνήσεων των αποστατών απέναντι στους μετανάστες και οι οργανωμένες από τον Μ. Καλαντζή διαμαρτυρίες συσπείρωσαν τους Έλληνες μετανάστες σε κοινούς στόχους, ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ή την πολιτική τους ένταξη. Τους προβλημάτισαν, γιατί σκέψεις/ενέργειες που στη Σουηδία, χώρα με πλήρη ελευθερία έκφρασης δεν διώκονταν, στην Ελλάδα προκαλούσαν οικογενειακά δράματα. Οποιοσδήποτε δεν χειροκροτούσε τον αποστάτη Μητσοτάκη («Μητσοτάκη κάθαρμα», ήταν το σύνθημα που ηχούσε στις διαδηλώσεις στην οδό Σταδίου) και επισκέπτονταν την Πατρίδα, κινδύνευε να συλληφθεί και να κρατηθεί στην Ελλάδα.

Με τον τρόπο που ο Μ. Καλαντζής χειρίστηκε την περίπτωση του Κωνσταντινίδη χωρίς να διεκδικεί τίποτα για τον εαυτό του, κέρδισε την εμπιστοσύνη και την αναγνώριση του κόσμου. Γι’ αυτό, λίγους μήνες αργότερα, στις 21 του Απρίλη, έχοντας και το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, έγινε ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης, η ψυχή τόσο της Ελληνικής όσο και της «Σουηδικής Επιτροπής για την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα», και έχαιρε εκτίμησης από ”εχθρούς” και φίλους.

Οι διαμαρτυρίες των Ελλήνων, οι πιέσεις των σουηδικών συνδικάτων και της Σουηδικής Κυβέρνησης, ευοδώθηκαν. Ο Κωνσταντινίδης γνώριζε τους πληροφοριοδότες/καταδότες του. Δεν τους κατονόμασε στην συνέντευξή του την Κυριακή 26 Φλεβάρη του 1967, γιατί δεν μπορούσε να παρουσιάσει γραπτές αποδείξεις. Έγιναν όμως γνωστοί στους Έλληνες μετανάστες και ήταν δακτυλοδεικτούμενοι.

Οι πράκτορες και οι καταδότες, δείχνοντας ότι είναι άξιοι του μισθού τους, συνέχισαν να απειλούν και να εκβιάζουν απροκάλυπτα. Αλλά, «την προδοσία πολλοί αγάπησαν τους προδότες κανείς». Γι’ αυτό, όταν με καθοδηγητικά κέντρα την πρεσβεία, τα προξενεία και την εκκλησία, με χρήματα του ελληνικού λαού προσπάθησαν να ιδρύσουν σε πόλεις της Σουηδίας τους φασιστικούς τους συλλόγους "Hellas" (τόσο στην περίοδο της δικτατορίας όσο και στην μεταπολίτευση), απομονώθηκαν από την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων μεταναστών και απέτυχαν παταγωδώς.

Παναγιώτης Καλογιάννης, Στοκχόλμη Γενάρης 2023

  1. Ιδρύθηκε το 1908, και αναδιοργανώθηκε σε ΚΥΠ μετακατοχικά από τους Αμερικανούς με κύριο στόχο όχι μόνο τους κομμουνιστές, αλλά και κάθε δημοκρατικό πολίτη.
  2. Δεν γράφω «αντιδικτατορικό αγώνα», που πολλοί πιπίλιζαν και συνεχίζουν να πιπιλίζουν, γιατί αυτός γίνονταν στην Ελλάδα (στην ταράτσα της οδού Μπουμπουλίνας, στο ΕΑΤ-ΕΣΑ κ.α.), όχι σε μπυραρίες της Στοκχόλμης.
  3. Η προγραμματισμένη αυτή συνάντηση αναφέρεται για πρώτη φορά. Το θέμα της συζήτησης (μου το ανέφερε εμπιστευτικά) θα υπάρχει ασφαλώς σε κάποια κομματικά αρχεία. Στην Ελλάδα, εκτός από τον υπεύθυνο του ΚΚΕ μόνο ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Γιώργης γνώριζε τον πραγματικό σκοπό του ταξιδιού του. Στη συντρόφισσά του, είχε πει ότι πηγαίνει στη Σουηδία για να κάνει μια πολύ σοβαρή εγχείρηση στο πόδι, και αυτή στα γράμματά της παραπονιόταν γιατί δεν της γράφει για την επέμβαση και αναρωτιόταν μήπως κάτι άλλο συμβαίνει. Η συνάντηση δεν έγινε, γιατί ”εξέλειψαν” οι αρχικοί λόγοι.
  4. Το τελευταίο άρθρο του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο «η τήρηση του παρόντος Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων».
  5. Σε εκδήλωση της Κοινότητας Στοκχόλμης για την ιστορία της Κοινότητας, ο ομιλητής αναφέρθηκε στις εκδηλώσεις συμπαράστασης του Κωνσταντινίδη αλλά, όπως είπε, δεν γνώριζε ποιος τις διοργάνωνε. Παρευρισκόμενοι που γνώριζαν δεν μίλησαν (γιατί ο Καλαντζής στη 12η Ολομέλεια –ήταν ο πρώτος που μίλησε ύστερα από την εισήγηση του Κ. Κολιγιάννη και είχε ταχθεί με το ΚΚΕ Εσωτερικού, και το ΚΚΕ απαγόρευε οποιαδήποτε αναφορά σε στελέχη του ΚΚΕ Εσωτερικού). Ο ομιλητής γνωρίζει, τώρα, και θα πρέπει να συμπληρώσει το κενό. Η αλληλογραφία, άλλωστε, του Κωνσταντινίδη με τον Μ. Καλαντζή και οι φωτογραφίες που του είχε στείλει, όχι για προσωπική, αλλά για δημόσια χρήση, πιστοποιούν ποιος ήταν ο κύριος οργανωτής στις εκδηλώσεις συμπαράστασης του Κωνσταντινίδη. Δεν δημοσιεύω τις επιστολές και τις φωτογραφίες, γιατί θα αποτελέσουν υλικό διδακτορικής διατριβής για την επταετία στη Σουηδία.